- Ντικενουά, Φρανσουά
- (Francois Duquesnoy, Βρυξέλλες 1594 – Λιβόρνο 1643). Βέλγος γλύπτης. Μαθήτευσε κοντά στον πατέρα του Ιερώνυμο τον πρεσβύτερο. Το 1618 εγκαταστάθηκε στη Ρώμη και προσχώρησε στο ρεύμα του αυστηρού κλασικισμού, που αντιπροσωπευόταν κυρίως από τον Αλεσάντρο Αλγκάρντι και αντιδρούσε στην πληθωρική έκφραση του Τζαν Λορέντσο Μπερνίνι. Μαζί με τον συγγραφέα Μπελόρι, ήταν από τους πρώτους που πρόσεξαν την ελληνιστική τέχνη, μάλιστα το καλύτερο έργο του, η Αγία Σουζάνα (Ρώμη, εκκλησία της Σάντα Μαρία ντι Λορέτο) εμπνέεται ή μάλλον αντιγράφει κυριολεκτικά ένα αρχαίο άγαλμα του Καπιτωλίου. Το γλυπτό αυτό, που άρχισε το 1626, συντέλεσε στο να του ανατεθεί από τον πάπα Ουρβανό H’ ο κολοσσιαίος Άγιος Ανδρέας της βασιλικής του Βατικανού. Ο Ν. εργάστηκε και στη Νάπολη. Εκεί κατασκεύασε ένα ανάγλυφο με θέμα μια συναυλία αγγέλων για την εκκλησία των Αγίων Αποστόλων. Με τη μελέτη, όπως φαίνεται, ορισμένων πινάκων του Τιτσιάνο (Προσφορά στην Αφροδίτη, Βακχεία, Βάκχος και Αριάδνη) κατόρθωσε να ειδικευθεί στην κατασκευή αγγέλων και παιδιών, μικρών δηλαδή μορφών που προορίζονταν να χυτευθούν σε χαλκό ή σε άργυρο. Οι σύγχρονοί του θαύμαζαν ιδιαίτερα τους αγγέλους που δημιούργησε για το κιβώριο του Αγίου Πέτρου. Όταν ο Λουδοβίκος ΙΔ’ τον προσκάλεσε να εγκατασταθεί στη Γαλλία ως βασιλικός γλύπτης, εκείνος, όπως και ο Νικολά Πουσέν, δίστασε πολύ να δεχτεί. Τελικά έφυγε για τη Γαλλία αλλά στο ταξίδι πέθανε.
Άγαλμα της αγίας Σουζάνας στη Σάντα Μαρία ντι Λορέτο της Ρώμης, έργο του Φρ. Ντυκενουά. Ο Γάλλος γλύπτης εκτιμούσε ιδιαίτερα την ελληνιστική τέχνη.
Dictionary of Greek. 2013.